Η ανάγνωση της λογοτεχνίας ως πολιτική πράξη
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αυγή", 27 Ιουνίου 2006)
Λίγο μετά την μεταπολίτευση ήταν.
Με τον Αντώνη φίλοι στενοί από το Πανεπιστήμιο.
Οι δρόμοι μας δείχναν να διαχωρίζονται, αλλά η φιλία μας παρέμενε πάντα το ίδιο δυνατή.
Εκείνος, με άποψη ανύπαντρος, με πάθος πολιτικοποιημένος και ενταγμένος σε κόμμα προοδευτικό .
Εγώ περίμενα το πρώτο μας παιδί, εργαζόμουνα και ανακάλυπτα τον στοχασμό μέσα από τη λογοτεχνία.
Μια βραδιά, κάτι σχετικό με τη μελλοντική μας ζωή συζητούσαμε κι εγώ δήλωσα πως για τα επόμενα χρόνια έβλεπα τον εαυτό μου να κράτά στο ένα χέρι το μωρό και στο άλλο ένα μυθιστόρημα.
Και τότε ο Αντώνης γύρισε και με κοίταξε έντονα και με φωνή που μέσα της υπόβοσκε η απαξίωση, μου είπε -<<Μα ως πότε πια θα διαβάζεις μυθιστορήματα;>>
Όταν ο πιο καλός σου φίλος απαξιώνει ότι περισσότερο αγαπάς και πιστεύεις, πληγώνεσαι έντονα, αισθάνεσαι ολότελα μόνος.
Δεν του απάντησα. Δεν ήθελα την πληγωμένη μου διάθεση να την μετατρέψω σε αντιπαράθεση.
Και μετά περάσαν κάμποσα χρόνια, ο Αντώνης έβλεπε τα πολιτικοποιημένα ιδανικά του να οδηγούνται σε διάψευση… Εγώ τον παρακολουθούσα, προσπαθούσα μέσα στα λογοτεχνικά κείμενα που διάβαζα να βρω ήρωα που τυχόν θα ζούσε το ίδιο μ΄ αυτόν δράμα, για να ξέρω αποτελεσματικότερους τρόπους να του συμπαρασταθώ. Μα δεν χρειάστηκε να βοηθήσω το φίλο.
Πέθανε ξαφνικά –ήταν ένα θάνατος άδικος όσο και λυτρωτικός.
Ο Αντώνης δεν θα γερνούσε ποτέ, αλλά και ποτέ δεν θα έφτανε να συναντήσει το προσωπικό του αδιέξοδο.
Παρέμεινα χωρίς το φίλο, με την απόφαση να μείνω πιστός στα κοινά μας ιδανικά. Αυτά που εκείνον μέσα από την πολιτική πράξη τον προδίνανε, εμένα που μέσα από τη αναγνωστική εμπειρία με εμπλουτίζανε.
Από τότε έχω απόλυτα συνειδητοποιήσει πως η ανάγνωση λογοτεχνικών έργων είναι μια πράξη πολιτική.
Τις πολιτικές θέσεις τις σχεδιάζουν άνθρωποι και άνθρωποι είναι εκείνοι που τις εφαρμόζουν ή τις αντιμάχονται.
Η πολιτική πράξη δεν ξεκινά μήτε τελειώνει στο δικαίωμα του εκλέγει και εκλέγεσθαι, μήτε πόσο μάλλον από την ενεργό συμμετοχή σε κόμματα, συνδικάτα και ομάδες.
Η πολιτική πράξη έχει ένα πλατύτερο εύρος –αρχίζει από τον τρόπο που αντιμετωπίζεις την ίδια του την πλέον προσωπική ταυτότητα* το φύλο σου. Έχει να κάνει με το πώς στέκεσαι απέναντι στα άτομα της ίδια σου της οικογένειας, προχωρά στο πως εκφράζεις τον έρωτα, τη φιλία, το επάγγελμα σου, τις καθημερινές κοινωνικές σου σχέσεις.
Και διεισδύει στη στάση που κρατάς απέναντι σε όσα πληροφορείσαι, σε όσα υποψιάζεσαι, σ΄ εκείνα που διαισθάνεσαι.
Και βέβαια έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που συμπεριφέρεσαι όχι μόνο ως άτομο, αλλά και ως κάτοικος του πλανήτη και γενικότερα του σύμπαντος.
Η πολιτική στάση απαιτεί γνώση του παρελθόντος, βίωμα του παρόντος και όραμα του μέλλοντος.
Η πολιτική στάση απαιτεί ενδοσκόπηση και ευελιξία. Λογική όσο και συναίσθημα. Ρεαλισμό όσο και φαντασία. Τόλμη μα και σύνεση. Επανάσταση και συντήρηση.
Δεν ξέρω τίποτε περισσότερο αποτελεσματικό ως προς την εφαρμογή όλων αυτών, από την ανάγνωση της λογοτεχνίας.
Γιατί μέσα στα λογοτεχνικά κείμενα όλα αυτά υπάρχουν, αλληλοσυμπληρώνονται ή αυτοαναιρούνται, συνδυάζονται μα και πλαταίνουν.
Ο Αντώνης –εκείνος ο φίλος που ποτέ δεν θα ξεχάσω- θέλησε να εδραιώσει τη ζωή του σε κείμενα πολιτικού προβληματισμού και σε πράξεις στενής πολιτικής συμμετοχής. Μάλλον είχε αμελήσει την προσωπική ενδοσκόπηση που δεν στηρίζεται στην βεβαιότητα της πράξης, αλλά στην ισορροπία ανάμεσα στο παρατηρώ και αναρωτιέμαι.
Το υπαρξιακό αδιέξοδο του ίσως να εκφράστηκε με τον θάνατό του.
Έμεινα εγώ, στο ένα χέρι να κρατώ το παιδί και στο άλλο το μυθιστόρημα.
Οι ήρωες και οι ηρωίδες των λογοτεχνικών κειμένων μου μιλούσαν για το ρόλο του πατέρα. Και στη συνέχεια του πολίτη.
Μου έμαθαν πως η αναγνωστική πράξη είναι μια πράξη συμμετοχής στα κοινά. Πράξη πολιτικής παρέμβασης, εν τέλει.
Λίγο μετά την μεταπολίτευση ήταν.
Με τον Αντώνη φίλοι στενοί από το Πανεπιστήμιο.
Οι δρόμοι μας δείχναν να διαχωρίζονται, αλλά η φιλία μας παρέμενε πάντα το ίδιο δυνατή.
Εκείνος, με άποψη ανύπαντρος, με πάθος πολιτικοποιημένος και ενταγμένος σε κόμμα προοδευτικό .
Εγώ περίμενα το πρώτο μας παιδί, εργαζόμουνα και ανακάλυπτα τον στοχασμό μέσα από τη λογοτεχνία.
Μια βραδιά, κάτι σχετικό με τη μελλοντική μας ζωή συζητούσαμε κι εγώ δήλωσα πως για τα επόμενα χρόνια έβλεπα τον εαυτό μου να κράτά στο ένα χέρι το μωρό και στο άλλο ένα μυθιστόρημα.
Και τότε ο Αντώνης γύρισε και με κοίταξε έντονα και με φωνή που μέσα της υπόβοσκε η απαξίωση, μου είπε -<<Μα ως πότε πια θα διαβάζεις μυθιστορήματα;>>
Όταν ο πιο καλός σου φίλος απαξιώνει ότι περισσότερο αγαπάς και πιστεύεις, πληγώνεσαι έντονα, αισθάνεσαι ολότελα μόνος.
Δεν του απάντησα. Δεν ήθελα την πληγωμένη μου διάθεση να την μετατρέψω σε αντιπαράθεση.
Και μετά περάσαν κάμποσα χρόνια, ο Αντώνης έβλεπε τα πολιτικοποιημένα ιδανικά του να οδηγούνται σε διάψευση… Εγώ τον παρακολουθούσα, προσπαθούσα μέσα στα λογοτεχνικά κείμενα που διάβαζα να βρω ήρωα που τυχόν θα ζούσε το ίδιο μ΄ αυτόν δράμα, για να ξέρω αποτελεσματικότερους τρόπους να του συμπαρασταθώ. Μα δεν χρειάστηκε να βοηθήσω το φίλο.
Πέθανε ξαφνικά –ήταν ένα θάνατος άδικος όσο και λυτρωτικός.
Ο Αντώνης δεν θα γερνούσε ποτέ, αλλά και ποτέ δεν θα έφτανε να συναντήσει το προσωπικό του αδιέξοδο.
Παρέμεινα χωρίς το φίλο, με την απόφαση να μείνω πιστός στα κοινά μας ιδανικά. Αυτά που εκείνον μέσα από την πολιτική πράξη τον προδίνανε, εμένα που μέσα από τη αναγνωστική εμπειρία με εμπλουτίζανε.
Από τότε έχω απόλυτα συνειδητοποιήσει πως η ανάγνωση λογοτεχνικών έργων είναι μια πράξη πολιτική.
Τις πολιτικές θέσεις τις σχεδιάζουν άνθρωποι και άνθρωποι είναι εκείνοι που τις εφαρμόζουν ή τις αντιμάχονται.
Η πολιτική πράξη δεν ξεκινά μήτε τελειώνει στο δικαίωμα του εκλέγει και εκλέγεσθαι, μήτε πόσο μάλλον από την ενεργό συμμετοχή σε κόμματα, συνδικάτα και ομάδες.
Η πολιτική πράξη έχει ένα πλατύτερο εύρος –αρχίζει από τον τρόπο που αντιμετωπίζεις την ίδια του την πλέον προσωπική ταυτότητα* το φύλο σου. Έχει να κάνει με το πώς στέκεσαι απέναντι στα άτομα της ίδια σου της οικογένειας, προχωρά στο πως εκφράζεις τον έρωτα, τη φιλία, το επάγγελμα σου, τις καθημερινές κοινωνικές σου σχέσεις.
Και διεισδύει στη στάση που κρατάς απέναντι σε όσα πληροφορείσαι, σε όσα υποψιάζεσαι, σ΄ εκείνα που διαισθάνεσαι.
Και βέβαια έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που συμπεριφέρεσαι όχι μόνο ως άτομο, αλλά και ως κάτοικος του πλανήτη και γενικότερα του σύμπαντος.
Η πολιτική στάση απαιτεί γνώση του παρελθόντος, βίωμα του παρόντος και όραμα του μέλλοντος.
Η πολιτική στάση απαιτεί ενδοσκόπηση και ευελιξία. Λογική όσο και συναίσθημα. Ρεαλισμό όσο και φαντασία. Τόλμη μα και σύνεση. Επανάσταση και συντήρηση.
Δεν ξέρω τίποτε περισσότερο αποτελεσματικό ως προς την εφαρμογή όλων αυτών, από την ανάγνωση της λογοτεχνίας.
Γιατί μέσα στα λογοτεχνικά κείμενα όλα αυτά υπάρχουν, αλληλοσυμπληρώνονται ή αυτοαναιρούνται, συνδυάζονται μα και πλαταίνουν.
Ο Αντώνης –εκείνος ο φίλος που ποτέ δεν θα ξεχάσω- θέλησε να εδραιώσει τη ζωή του σε κείμενα πολιτικού προβληματισμού και σε πράξεις στενής πολιτικής συμμετοχής. Μάλλον είχε αμελήσει την προσωπική ενδοσκόπηση που δεν στηρίζεται στην βεβαιότητα της πράξης, αλλά στην ισορροπία ανάμεσα στο παρατηρώ και αναρωτιέμαι.
Το υπαρξιακό αδιέξοδο του ίσως να εκφράστηκε με τον θάνατό του.
Έμεινα εγώ, στο ένα χέρι να κρατώ το παιδί και στο άλλο το μυθιστόρημα.
Οι ήρωες και οι ηρωίδες των λογοτεχνικών κειμένων μου μιλούσαν για το ρόλο του πατέρα. Και στη συνέχεια του πολίτη.
Μου έμαθαν πως η αναγνωστική πράξη είναι μια πράξη συμμετοχής στα κοινά. Πράξη πολιτικής παρέμβασης, εν τέλει.