Wednesday, September 27, 2006
Saturday, September 23, 2006
Σχεδόν έρωτας, σχεδόν ζωή
Ο Μάνος Κοντολέων κυκλοφορεί, όπως λέει ο ίδιος, εδώ και τριάντα χρόνια με πολλαπλές ιδιότητες στο χώρο του λογοτεχνικού βιβλίου. Καταξιωμένος συγγραφέας πειραματίζεται συνεχώς με όλα τα λογοτεχνικά είδη. Παιδικό και εφηβικό βιβλίο, μυθιστορήματα και διηγήματα. Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε και το θεατρικό του έργο "Η τέταρτη εποχή".
Ο Κοντολέων δεν είναι προβλέψιμος συγγραφέας. Δεν εφησυχάζει. Ψάχνει διαρκώς νέες φόρμες για να αποδώσει το θέμα που έχει κατά νου να ασχοληθεί. Βέβαια το ν’ αλλάζει ένας συγγραφέας διαρκώς φόρμες και να δοκιμάζεται σε τόσο διαφορετικά είδη είναι και ένα επικίνδυνο ρίσκο. Όμως τελικά αυτό δεν θα πρέπει να κάνουν οι δημιουργοί. Να μην επαναπαύονται στις βεβαιότητές τους; Ο Κοντολέων είναι ένας απ’ αυτούς τους ανήσυχους δημιουργούς.
Το τελευταίο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο "Σχεδόν έρωτας" (Πατάκης 2006).
Το κυρίαρχο στοιχείο που διατρέχει όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής είναι ο έρωτας. Βέβαια ο έρωτας είναι ένας βασικός άξονας όλων σχεδόν των έργων του συγγραφέα. Θα λέγαμε ότι ο έρωτας είναι μια από τις πιο βασικές εμμονές του συγγραφέα. Ο Κοντολέων δίνει μεγάλη σημασία στην ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων, θεωρώντας την ως ένα από τα θεμέλια της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι ήρωες εκφράζονται μέσω της ερωτικής τους συμπεριφοράς και χρησιμοποιούν τον έρωτα ως στοιχείο επιβολής, κοινωνικής αναρρίχησης και εξουσίας. Βιώνουν όμως τον έρωτα «σχεδόν», χωρίς να τον ολοκληρώνουν. Στα πιο πολλά από τα διηγήματα της συλλογής, τα μυθιστορηματικά πρόσωπα σχετίζονται με κάτι το ερωτικό, που δεν τελεσφορεί. Αν δεχτούμε ότι ο έρωτας εκφράζει την ελευθερία, σήμερα που η ελευθερία μας δεν είναι και τόσο απόλυτη και ο έρωτας θα είναι «σχεδόν» έρωτας.
Στο δεύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα το ερωτικό στοιχείο κυριαρχεί. Και τα δυο μυθιστορηματικά πρόσωπα βιώνουν έναν έρωτα σαρκικό κυρίως που τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Ο συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωες του στο τέλος της δεκαετίας του 40 για να δείξει ότι αυτό που έκανε η Λέλα την εποχή εκείνη αυτενεργώντας, θα το κάνανε οι γυναίκες των χρόνων της δεκαετίας του ’90 υπακούοντας τώρα πλέον στις συνταγές μηνιαίων περιοδικών όπου δίνονται οδηγίες για καλό σεξ και τεχνικές για πολλαπλούς οργασμούς.
Ο έρωτας ή καλύτερα η ερωτική επιθυμία ως βασικό στοιχείο που κινεί την αφήγηση, δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο στην νεοελληνική λογοτεχνία. Αρκεί να θυμηθούμε τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη (στα διηγήματα "Το Όνειρο του Σατνή" ή "Αγάπη παράνομη"), τον Μιχάλη Καραγάτση (Ο Γιούγκερμαν), τον Στράτη Μυριβήλη (Η Δασκάλα με τα χρυσά μάτια), για να αναφέρω τους πιο σημαντικούς. Θα έλεγα ότι ο Κοντολέων σχετίζεται πιο πολύ με τον Μ. Καραγάτση στο ζήτημα της ερωτικής επιθυμίας ως κινητήριας δύναμης της μυθιστορηματικής εξέλιξης, αλλά και στο χειρισμό του αφηγηματικού υλικού.
Η δεύτερη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων που την συναντούμε και στην συγκεκριμένη συλλογή, είναι η συνομιλία με κείμενα άλλων συγγραφέων. Στίχοι αγαπημένων ποιητών βρίσκονται διασπαρμένοι μέσα στα διηγήματα. Τα ποιήματα που παρεμβάλλονται είναι διαφορετικών εποχών και διαφόρων σχολών. Πολλές φορές είναι ενταγμένα μέσα στο κειμενικό πλαίσιο, έτσι που να ενεργοποιείται μια συνομιλία μεταξύ των κειμένων, αλλά και των συγγραφέων. Άλλες πάλι φορές η παράθεσή τους γίνεται με αυθαίρετο τρόπο χωρίς όμως το στοιχείο αυτό να λειτουργεί εντέλει αρνητικά. Ο Κοντολέων φαίνεται να πιστεύει αυτό που έλεγε ο Μπαρτ, ότι τίποτα δεν είναι πρωτότυπο, όλα είναι μια ανακύκληση σημείων, παραθεμάτων και άλλων κειμένων. Ο συγγραφέας, συνεχίζει ο Μπαρτ, είναι ένας αιώνιος αντιγραφέας. Και για να θυμηθούμε και τον δικό μας Γ. Σεφέρη ο οποίος στα Τρία κρυφά ποιήματα έγραφε:
Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.
Σπέρνουνται γεννιούνται σαν τα βρέφη
Ριζώνουν θρέφουνται με το αίμα
Ο ίδιος ο Κοντολέων στο σημείωμα που παραθέτει στο τέλος του βιβλίου λέει:O,τι λέμε, ό,τι γράφουμε, όσο δικό μας κι αν είναι τόσο και σε άλλους ανήκει.
Μια τρίτη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων είναι η αναζήτηση ταυτότητας στον σύγχρονο πολύπλοκο και διασπασμένο κόσμο. Στο πρώτο και μεγαλύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο Δόλος παρακολουθεί την αργή και βασανιστική μεταμόρφωση ενός αγοριού του Ντιμίτρι Μπαρίλοφ σε κορίτσι και τελικά αφού ως Ντάνια Σαμόλοβα θα καταφέρει να γίνει Ολυμπιονίκης με δόξα και χρήματα, στο τέλος θα βρει την εξιλέωσή της μόνο στον θάνατο. Κατά τον συγγραφέα ο άνθρωπος χρειάζεται μια ταυτότητα. Και η κάθε ταυτότητα εκφράζει ένα περιεχόμενο.
Ο Ντιμίτρι – Ντάνια αναζητά σε όλο το διήγημα μια ταυτότητα, να υπάρξει μέσα από αυτήν, να νικήσει δια μέσου της ζωής τον θάνατο, χωρίς στο τέλος να το πετυχαίνει.
Ο Κοντολέων καταφέρνει και με το βιβλίο αυτό να μας προβληματίσει, να μας συγκινήσει και να μας τέρψει. Να μας δείξει ότι η λογοτεχνία μπορεί να μας βοηθήσει να αντισταθούμε στη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουμε καθημερινά.
Γιάννης Παππάς -Περιοδικό "Διαβάζω", Σεπτέμβριος 2006
Ο Κοντολέων δεν είναι προβλέψιμος συγγραφέας. Δεν εφησυχάζει. Ψάχνει διαρκώς νέες φόρμες για να αποδώσει το θέμα που έχει κατά νου να ασχοληθεί. Βέβαια το ν’ αλλάζει ένας συγγραφέας διαρκώς φόρμες και να δοκιμάζεται σε τόσο διαφορετικά είδη είναι και ένα επικίνδυνο ρίσκο. Όμως τελικά αυτό δεν θα πρέπει να κάνουν οι δημιουργοί. Να μην επαναπαύονται στις βεβαιότητές τους; Ο Κοντολέων είναι ένας απ’ αυτούς τους ανήσυχους δημιουργούς.
Το τελευταίο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο "Σχεδόν έρωτας" (Πατάκης 2006).
Το κυρίαρχο στοιχείο που διατρέχει όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής είναι ο έρωτας. Βέβαια ο έρωτας είναι ένας βασικός άξονας όλων σχεδόν των έργων του συγγραφέα. Θα λέγαμε ότι ο έρωτας είναι μια από τις πιο βασικές εμμονές του συγγραφέα. Ο Κοντολέων δίνει μεγάλη σημασία στην ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων, θεωρώντας την ως ένα από τα θεμέλια της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι ήρωες εκφράζονται μέσω της ερωτικής τους συμπεριφοράς και χρησιμοποιούν τον έρωτα ως στοιχείο επιβολής, κοινωνικής αναρρίχησης και εξουσίας. Βιώνουν όμως τον έρωτα «σχεδόν», χωρίς να τον ολοκληρώνουν. Στα πιο πολλά από τα διηγήματα της συλλογής, τα μυθιστορηματικά πρόσωπα σχετίζονται με κάτι το ερωτικό, που δεν τελεσφορεί. Αν δεχτούμε ότι ο έρωτας εκφράζει την ελευθερία, σήμερα που η ελευθερία μας δεν είναι και τόσο απόλυτη και ο έρωτας θα είναι «σχεδόν» έρωτας.
Στο δεύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα το ερωτικό στοιχείο κυριαρχεί. Και τα δυο μυθιστορηματικά πρόσωπα βιώνουν έναν έρωτα σαρκικό κυρίως που τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Ο συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωες του στο τέλος της δεκαετίας του 40 για να δείξει ότι αυτό που έκανε η Λέλα την εποχή εκείνη αυτενεργώντας, θα το κάνανε οι γυναίκες των χρόνων της δεκαετίας του ’90 υπακούοντας τώρα πλέον στις συνταγές μηνιαίων περιοδικών όπου δίνονται οδηγίες για καλό σεξ και τεχνικές για πολλαπλούς οργασμούς.
Ο έρωτας ή καλύτερα η ερωτική επιθυμία ως βασικό στοιχείο που κινεί την αφήγηση, δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο στην νεοελληνική λογοτεχνία. Αρκεί να θυμηθούμε τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη (στα διηγήματα "Το Όνειρο του Σατνή" ή "Αγάπη παράνομη"), τον Μιχάλη Καραγάτση (Ο Γιούγκερμαν), τον Στράτη Μυριβήλη (Η Δασκάλα με τα χρυσά μάτια), για να αναφέρω τους πιο σημαντικούς. Θα έλεγα ότι ο Κοντολέων σχετίζεται πιο πολύ με τον Μ. Καραγάτση στο ζήτημα της ερωτικής επιθυμίας ως κινητήριας δύναμης της μυθιστορηματικής εξέλιξης, αλλά και στο χειρισμό του αφηγηματικού υλικού.
Η δεύτερη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων που την συναντούμε και στην συγκεκριμένη συλλογή, είναι η συνομιλία με κείμενα άλλων συγγραφέων. Στίχοι αγαπημένων ποιητών βρίσκονται διασπαρμένοι μέσα στα διηγήματα. Τα ποιήματα που παρεμβάλλονται είναι διαφορετικών εποχών και διαφόρων σχολών. Πολλές φορές είναι ενταγμένα μέσα στο κειμενικό πλαίσιο, έτσι που να ενεργοποιείται μια συνομιλία μεταξύ των κειμένων, αλλά και των συγγραφέων. Άλλες πάλι φορές η παράθεσή τους γίνεται με αυθαίρετο τρόπο χωρίς όμως το στοιχείο αυτό να λειτουργεί εντέλει αρνητικά. Ο Κοντολέων φαίνεται να πιστεύει αυτό που έλεγε ο Μπαρτ, ότι τίποτα δεν είναι πρωτότυπο, όλα είναι μια ανακύκληση σημείων, παραθεμάτων και άλλων κειμένων. Ο συγγραφέας, συνεχίζει ο Μπαρτ, είναι ένας αιώνιος αντιγραφέας. Και για να θυμηθούμε και τον δικό μας Γ. Σεφέρη ο οποίος στα Τρία κρυφά ποιήματα έγραφε:
Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.
Σπέρνουνται γεννιούνται σαν τα βρέφη
Ριζώνουν θρέφουνται με το αίμα
Ο ίδιος ο Κοντολέων στο σημείωμα που παραθέτει στο τέλος του βιβλίου λέει:O,τι λέμε, ό,τι γράφουμε, όσο δικό μας κι αν είναι τόσο και σε άλλους ανήκει.
Μια τρίτη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων είναι η αναζήτηση ταυτότητας στον σύγχρονο πολύπλοκο και διασπασμένο κόσμο. Στο πρώτο και μεγαλύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο Δόλος παρακολουθεί την αργή και βασανιστική μεταμόρφωση ενός αγοριού του Ντιμίτρι Μπαρίλοφ σε κορίτσι και τελικά αφού ως Ντάνια Σαμόλοβα θα καταφέρει να γίνει Ολυμπιονίκης με δόξα και χρήματα, στο τέλος θα βρει την εξιλέωσή της μόνο στον θάνατο. Κατά τον συγγραφέα ο άνθρωπος χρειάζεται μια ταυτότητα. Και η κάθε ταυτότητα εκφράζει ένα περιεχόμενο.
Ο Ντιμίτρι – Ντάνια αναζητά σε όλο το διήγημα μια ταυτότητα, να υπάρξει μέσα από αυτήν, να νικήσει δια μέσου της ζωής τον θάνατο, χωρίς στο τέλος να το πετυχαίνει.
Ο Κοντολέων καταφέρνει και με το βιβλίο αυτό να μας προβληματίσει, να μας συγκινήσει και να μας τέρψει. Να μας δείξει ότι η λογοτεχνία μπορεί να μας βοηθήσει να αντισταθούμε στη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουμε καθημερινά.
Γιάννης Παππάς -Περιοδικό "Διαβάζω", Σεπτέμβριος 2006
Thursday, September 21, 2006
Διηγήματα που καταλήγουν στην αγάπη
Στο "Σχεδόν Έρωτας" ο Μάνος Κοντολέων συνομιλεί με τους ποιητές που τον στιγμάτισαν μέσα από εννιά ιστορίες που πραγματεύονται τη διαχρονικότητα των ανθρωπίνων συναισθημάτων.
"Αλλά γιατί Σχεδόν Έρωτας; Μα υπάρχει κάτι το θεϊκό, που ο άνθρωπος μπορεί να το ολοκληρώσει;"
Στο οπισθόφυλλο ήδη ο συγγραφέας ερμηνεύει τη βασική του συγγραφική εμμονή. Την εμμονή που συναντάμε παντού, ως υπαρξιακή αναζήτηση στο "Αποφάσισα να σκοτώσω τον Ερμόλαο", ως εξουσιατικό μένος στο "Ιστορία Ευνούνου", ως κοινωνιολογικό ιστό στην ιστορία του κόσμου στην "Ερωτική Αγωγή". Ως πρόγευση παραδείσου στις "Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας".
Στο καινούργιο του βιβλίο "Σχεδόν Έρωτας" και ως ξόρκι θανάτου. Τον έρωτα μαζί με την ποίηση. Τη συνομιλία του συγγραφέα με τους ποιητές που αγάπησε. Αλλά και τη συνομιλία αυτή καθ΄ εαυτή του κειμένου, με ό,τι συγγενικό.
Στα περιεχόμενά του, εννέα ιστορίες.
Και ένα σημείωμα του συγγραφέα, αρκετά αποκαλυπτικό, για τις ιστορίες αλλά και γενικότερα τη δουλειά του. Τη δουλειά του που χαρακτηρίζει ένα πρόσωπο δισδιάστατο για τον μονοσήμαντο "κριτικό". Που τον αναζητεί πότε ως συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας και πότε μιας άλλης, λες κι η λογοτεχνία, τελικά, μοιράζεται και κόβεται στα δύο.
Αλλά και τώρα εμείς αναγκαστικά στα δύο θα τον χωρίσουμε. Ως συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας βεβαίως, παρ΄ ό,τι τον εκτιμώ, δεν τον απόλαυσα ποτέ γιατί σχεδόν μεγαλώσαμε παράλληλα, θέλω να πω ότι τον γνώρισα κι εγώ... μεγάλη. Αλλά ως συγγραφέα τον θεωρώ έτσι κι αλλιώς ήδη μεγάλο. Αρκούσε το ολιγοσέλιδο και αλληγορικό "Αποφάσισα να σκοτώσω τον Ερμόλαο". Αλλά ακολούθησε το έτσι ή αλλιώς εντυπωσιακό μυθιστόρημα "Ιστορία Ευνούχου". Ο θείος έρωτας κόντρα στον ανθρώπινο. Ο ερωτισμός που υποτάσσεται, τελικά, στην εξουσία.
Στην "Ερωτική Αγωγή" ο συγγραφέας κατόρθωσε έναν άθλο. Να διατρέξει την ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από τον έρωτα. Λες και να είναι ο άξονας πάνω στον οποίο πατά ο άνθρωπος, πάντοτε με το ένα του πόδι: για να αγγίξει τον θεό, τον θεϊκό εαυτό του, το κουκούτσι του είναι του, το απόλυτο. Το σημείο που τέμνεται, στα μύχια βάθη το φως και σκοτάδι.
Το ίδιο, ακριβώς, επιδιώκεται και στα εννιά διηγήματα. Ξεκινώντας αντίστροφα, απ΄ ότι ως τώρα έγινε, από την άπλετη θέα του παρόντος και καταλήγοντας σε ό,τι αρχικά αγάπησε. Σε ό,τι αποδείκνυε αυτό που θα γινότανε στο μέλλον.
Εξάλλου σ΄όλα η ίδια βασική εμμονή, όπως ο ίδιος αποδέχεται και παραδέχεται: "ο έρωτας" και "η συνομιλία των κειμένων".
Η συνομιλία των κειμένων σ΄αυτή τη συλλογή περισσότερο ορατή. Εφόσον και τα εννέα διηγήματα "ντύνονται" με την αύρα των ποιητών, το αχνάρι του ενός ακριβώς πάνω στο αχνάρι του άλλου. Ιστορίες που λες και συναντούν στον ουρανό των ιστορίων στίχους που υπογράφουν μεταξύ άλλων ο Σεφέρης, ο Καβάφης, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ο Γιάννης Κοντός, η Ρούλα Κακλαμανάκη, ο Ν. Γ. Δαββέτας, ο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο Τάκης Μενδράκος, ο Γιώργος Βέης, η Αθηνά Παπαδάκη, ο Γιάννης Τζανετάκης, ο Γιάννης Υφαντής, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Γιώργος Γεωργούσης και ο Γιάννης Βαρβέρης. Στους οποίους και αφιερώνει τις ιστορίες του.
Ο έρωτας, η άλλη, η μεγάλη εμμονή, αγγίζει τα όρια της ταυτότητας στον "Δόλο". Μέσα από μαι ολυμπιονίκη που δεν γεννήθηκε ποτέ, όπως ποτέ δεν πέθανε κι εκείνο εκεί το άτυχο αγόρι που κάποτε υπήρξε.
Στη δεύτερη ιστορία "Όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα" ο έρωτας είχε μορφή παρένθεσης, εφόσον η κατάληξη για τον ήρωα ήταν τελικά ... προξενιό! Στν τρίτη "Με αεροπλάνα και βαπόρια" είναι ένας έρωτας που νίκησε τον χρόνο. Εφόσον στο φινάλε οι δυο παλιοί εραστές (νυν σύζυγοι) ζουν στο παρόν και στο παρελθόν τους ταυτόχρονα. Έτσι εκείνο το κορίτσι με την καπελιέρα στη Ζάκυνθο δεν θα γεράσει ποτέ. Στην τέταρτη ιστορία "Το κλομπ και το τσερκένι" ο έρωτας νικά τον θάνατο(εφόσον αυτό είναι και το μέγα ζητούμενο).
Στην πέμπτη, στις "Κόντρες", ξορκίζει τον φόβο του. Στην έκτη ιστορία "Νομίζω πως η λεωφόρος Συγγρού μου μοιάζει", ο έρωτας γίνεται δρόμος κι ύστερα πρόσωπο. Ένα πρόσωπο με όλες τις αντιφάσεις μιας λεωφόρου Συγγρού που ξεπουλά, ξεπουλιέται και "βγαίνει" στη θάλασσα.
Στην έβδομη ιστορία "Οι καθαρίστριες στα δημόσια ουρητήρια δεν έχουν φύλο", ο έρωτας αγγίζει τους αγγέλους.
Στην όγδοη "Οι χώροι των συνεργείων γι΄αυτοκίνητα έμοιαζαν με εκκλησίες", καθαγιάζει τους χώρους.
Στν ένατη "Τα δοκιμαστήρια των καταστημάτων που πουλάνε ρούχα" ο έρωτας γίνεται "ο άλλος".
Γιατί όλα, κι ο δρόμος, και οι πρόγονοι, κι ο άλλος, κι η κόντρα, και η ποίηση, και η γραφή, και η εξουσία, και η ερωμένη άγνωστη ή γνωστή τελικά οδηγούν πάντα σ΄αυτόν: στον έρωτα που θέλει να νικήσει την απώλεια και τον χρόνο. Στο "Σχεδόν έρωτα" τον ανθρώπινο που επιθύμησε μια υπέρβαση σχεδόν θεϊκή. Να τα βάλει με τον θάνατο και , τελικά, να τον νικήσει. Κι ας νικηθεί. Διότι θα νικηθεί οπωσδήποτε στο τέλος.
Ελένη Γκίκα -"ΕΘΝΟΣ ΑΟΥΤ" της Κυριακής, 30 Ιουλίου - 5 Αυγούστου, 2006
"Αλλά γιατί Σχεδόν Έρωτας; Μα υπάρχει κάτι το θεϊκό, που ο άνθρωπος μπορεί να το ολοκληρώσει;"
Στο οπισθόφυλλο ήδη ο συγγραφέας ερμηνεύει τη βασική του συγγραφική εμμονή. Την εμμονή που συναντάμε παντού, ως υπαρξιακή αναζήτηση στο "Αποφάσισα να σκοτώσω τον Ερμόλαο", ως εξουσιατικό μένος στο "Ιστορία Ευνούνου", ως κοινωνιολογικό ιστό στην ιστορία του κόσμου στην "Ερωτική Αγωγή". Ως πρόγευση παραδείσου στις "Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας".
Στο καινούργιο του βιβλίο "Σχεδόν Έρωτας" και ως ξόρκι θανάτου. Τον έρωτα μαζί με την ποίηση. Τη συνομιλία του συγγραφέα με τους ποιητές που αγάπησε. Αλλά και τη συνομιλία αυτή καθ΄ εαυτή του κειμένου, με ό,τι συγγενικό.
Στα περιεχόμενά του, εννέα ιστορίες.
Και ένα σημείωμα του συγγραφέα, αρκετά αποκαλυπτικό, για τις ιστορίες αλλά και γενικότερα τη δουλειά του. Τη δουλειά του που χαρακτηρίζει ένα πρόσωπο δισδιάστατο για τον μονοσήμαντο "κριτικό". Που τον αναζητεί πότε ως συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας και πότε μιας άλλης, λες κι η λογοτεχνία, τελικά, μοιράζεται και κόβεται στα δύο.
Αλλά και τώρα εμείς αναγκαστικά στα δύο θα τον χωρίσουμε. Ως συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας βεβαίως, παρ΄ ό,τι τον εκτιμώ, δεν τον απόλαυσα ποτέ γιατί σχεδόν μεγαλώσαμε παράλληλα, θέλω να πω ότι τον γνώρισα κι εγώ... μεγάλη. Αλλά ως συγγραφέα τον θεωρώ έτσι κι αλλιώς ήδη μεγάλο. Αρκούσε το ολιγοσέλιδο και αλληγορικό "Αποφάσισα να σκοτώσω τον Ερμόλαο". Αλλά ακολούθησε το έτσι ή αλλιώς εντυπωσιακό μυθιστόρημα "Ιστορία Ευνούχου". Ο θείος έρωτας κόντρα στον ανθρώπινο. Ο ερωτισμός που υποτάσσεται, τελικά, στην εξουσία.
Στην "Ερωτική Αγωγή" ο συγγραφέας κατόρθωσε έναν άθλο. Να διατρέξει την ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από τον έρωτα. Λες και να είναι ο άξονας πάνω στον οποίο πατά ο άνθρωπος, πάντοτε με το ένα του πόδι: για να αγγίξει τον θεό, τον θεϊκό εαυτό του, το κουκούτσι του είναι του, το απόλυτο. Το σημείο που τέμνεται, στα μύχια βάθη το φως και σκοτάδι.
Το ίδιο, ακριβώς, επιδιώκεται και στα εννιά διηγήματα. Ξεκινώντας αντίστροφα, απ΄ ότι ως τώρα έγινε, από την άπλετη θέα του παρόντος και καταλήγοντας σε ό,τι αρχικά αγάπησε. Σε ό,τι αποδείκνυε αυτό που θα γινότανε στο μέλλον.
Εξάλλου σ΄όλα η ίδια βασική εμμονή, όπως ο ίδιος αποδέχεται και παραδέχεται: "ο έρωτας" και "η συνομιλία των κειμένων".
Η συνομιλία των κειμένων σ΄αυτή τη συλλογή περισσότερο ορατή. Εφόσον και τα εννέα διηγήματα "ντύνονται" με την αύρα των ποιητών, το αχνάρι του ενός ακριβώς πάνω στο αχνάρι του άλλου. Ιστορίες που λες και συναντούν στον ουρανό των ιστορίων στίχους που υπογράφουν μεταξύ άλλων ο Σεφέρης, ο Καβάφης, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ο Γιάννης Κοντός, η Ρούλα Κακλαμανάκη, ο Ν. Γ. Δαββέτας, ο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο Τάκης Μενδράκος, ο Γιώργος Βέης, η Αθηνά Παπαδάκη, ο Γιάννης Τζανετάκης, ο Γιάννης Υφαντής, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Γιώργος Γεωργούσης και ο Γιάννης Βαρβέρης. Στους οποίους και αφιερώνει τις ιστορίες του.
Ο έρωτας, η άλλη, η μεγάλη εμμονή, αγγίζει τα όρια της ταυτότητας στον "Δόλο". Μέσα από μαι ολυμπιονίκη που δεν γεννήθηκε ποτέ, όπως ποτέ δεν πέθανε κι εκείνο εκεί το άτυχο αγόρι που κάποτε υπήρξε.
Στη δεύτερη ιστορία "Όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα" ο έρωτας είχε μορφή παρένθεσης, εφόσον η κατάληξη για τον ήρωα ήταν τελικά ... προξενιό! Στν τρίτη "Με αεροπλάνα και βαπόρια" είναι ένας έρωτας που νίκησε τον χρόνο. Εφόσον στο φινάλε οι δυο παλιοί εραστές (νυν σύζυγοι) ζουν στο παρόν και στο παρελθόν τους ταυτόχρονα. Έτσι εκείνο το κορίτσι με την καπελιέρα στη Ζάκυνθο δεν θα γεράσει ποτέ. Στην τέταρτη ιστορία "Το κλομπ και το τσερκένι" ο έρωτας νικά τον θάνατο(εφόσον αυτό είναι και το μέγα ζητούμενο).
Στην πέμπτη, στις "Κόντρες", ξορκίζει τον φόβο του. Στην έκτη ιστορία "Νομίζω πως η λεωφόρος Συγγρού μου μοιάζει", ο έρωτας γίνεται δρόμος κι ύστερα πρόσωπο. Ένα πρόσωπο με όλες τις αντιφάσεις μιας λεωφόρου Συγγρού που ξεπουλά, ξεπουλιέται και "βγαίνει" στη θάλασσα.
Στην έβδομη ιστορία "Οι καθαρίστριες στα δημόσια ουρητήρια δεν έχουν φύλο", ο έρωτας αγγίζει τους αγγέλους.
Στην όγδοη "Οι χώροι των συνεργείων γι΄αυτοκίνητα έμοιαζαν με εκκλησίες", καθαγιάζει τους χώρους.
Στν ένατη "Τα δοκιμαστήρια των καταστημάτων που πουλάνε ρούχα" ο έρωτας γίνεται "ο άλλος".
Γιατί όλα, κι ο δρόμος, και οι πρόγονοι, κι ο άλλος, κι η κόντρα, και η ποίηση, και η γραφή, και η εξουσία, και η ερωμένη άγνωστη ή γνωστή τελικά οδηγούν πάντα σ΄αυτόν: στον έρωτα που θέλει να νικήσει την απώλεια και τον χρόνο. Στο "Σχεδόν έρωτα" τον ανθρώπινο που επιθύμησε μια υπέρβαση σχεδόν θεϊκή. Να τα βάλει με τον θάνατο και , τελικά, να τον νικήσει. Κι ας νικηθεί. Διότι θα νικηθεί οπωσδήποτε στο τέλος.
Ελένη Γκίκα -"ΕΘΝΟΣ ΑΟΥΤ" της Κυριακής, 30 Ιουλίου - 5 Αυγούστου, 2006