Σχεδόν έρωτας, σχεδόν ζωή
Ο Μάνος Κοντολέων κυκλοφορεί, όπως λέει ο ίδιος, εδώ και τριάντα χρόνια με πολλαπλές ιδιότητες στο χώρο του λογοτεχνικού βιβλίου. Καταξιωμένος συγγραφέας πειραματίζεται συνεχώς με όλα τα λογοτεχνικά είδη. Παιδικό και εφηβικό βιβλίο, μυθιστορήματα και διηγήματα. Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε και το θεατρικό του έργο "Η τέταρτη εποχή".
Ο Κοντολέων δεν είναι προβλέψιμος συγγραφέας. Δεν εφησυχάζει. Ψάχνει διαρκώς νέες φόρμες για να αποδώσει το θέμα που έχει κατά νου να ασχοληθεί. Βέβαια το ν’ αλλάζει ένας συγγραφέας διαρκώς φόρμες και να δοκιμάζεται σε τόσο διαφορετικά είδη είναι και ένα επικίνδυνο ρίσκο. Όμως τελικά αυτό δεν θα πρέπει να κάνουν οι δημιουργοί. Να μην επαναπαύονται στις βεβαιότητές τους; Ο Κοντολέων είναι ένας απ’ αυτούς τους ανήσυχους δημιουργούς.
Το τελευταίο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο "Σχεδόν έρωτας" (Πατάκης 2006).
Το κυρίαρχο στοιχείο που διατρέχει όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής είναι ο έρωτας. Βέβαια ο έρωτας είναι ένας βασικός άξονας όλων σχεδόν των έργων του συγγραφέα. Θα λέγαμε ότι ο έρωτας είναι μια από τις πιο βασικές εμμονές του συγγραφέα. Ο Κοντολέων δίνει μεγάλη σημασία στην ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων, θεωρώντας την ως ένα από τα θεμέλια της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι ήρωες εκφράζονται μέσω της ερωτικής τους συμπεριφοράς και χρησιμοποιούν τον έρωτα ως στοιχείο επιβολής, κοινωνικής αναρρίχησης και εξουσίας. Βιώνουν όμως τον έρωτα «σχεδόν», χωρίς να τον ολοκληρώνουν. Στα πιο πολλά από τα διηγήματα της συλλογής, τα μυθιστορηματικά πρόσωπα σχετίζονται με κάτι το ερωτικό, που δεν τελεσφορεί. Αν δεχτούμε ότι ο έρωτας εκφράζει την ελευθερία, σήμερα που η ελευθερία μας δεν είναι και τόσο απόλυτη και ο έρωτας θα είναι «σχεδόν» έρωτας.
Στο δεύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα το ερωτικό στοιχείο κυριαρχεί. Και τα δυο μυθιστορηματικά πρόσωπα βιώνουν έναν έρωτα σαρκικό κυρίως που τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Ο συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωες του στο τέλος της δεκαετίας του 40 για να δείξει ότι αυτό που έκανε η Λέλα την εποχή εκείνη αυτενεργώντας, θα το κάνανε οι γυναίκες των χρόνων της δεκαετίας του ’90 υπακούοντας τώρα πλέον στις συνταγές μηνιαίων περιοδικών όπου δίνονται οδηγίες για καλό σεξ και τεχνικές για πολλαπλούς οργασμούς.
Ο έρωτας ή καλύτερα η ερωτική επιθυμία ως βασικό στοιχείο που κινεί την αφήγηση, δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο στην νεοελληνική λογοτεχνία. Αρκεί να θυμηθούμε τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη (στα διηγήματα "Το Όνειρο του Σατνή" ή "Αγάπη παράνομη"), τον Μιχάλη Καραγάτση (Ο Γιούγκερμαν), τον Στράτη Μυριβήλη (Η Δασκάλα με τα χρυσά μάτια), για να αναφέρω τους πιο σημαντικούς. Θα έλεγα ότι ο Κοντολέων σχετίζεται πιο πολύ με τον Μ. Καραγάτση στο ζήτημα της ερωτικής επιθυμίας ως κινητήριας δύναμης της μυθιστορηματικής εξέλιξης, αλλά και στο χειρισμό του αφηγηματικού υλικού.
Η δεύτερη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων που την συναντούμε και στην συγκεκριμένη συλλογή, είναι η συνομιλία με κείμενα άλλων συγγραφέων. Στίχοι αγαπημένων ποιητών βρίσκονται διασπαρμένοι μέσα στα διηγήματα. Τα ποιήματα που παρεμβάλλονται είναι διαφορετικών εποχών και διαφόρων σχολών. Πολλές φορές είναι ενταγμένα μέσα στο κειμενικό πλαίσιο, έτσι που να ενεργοποιείται μια συνομιλία μεταξύ των κειμένων, αλλά και των συγγραφέων. Άλλες πάλι φορές η παράθεσή τους γίνεται με αυθαίρετο τρόπο χωρίς όμως το στοιχείο αυτό να λειτουργεί εντέλει αρνητικά. Ο Κοντολέων φαίνεται να πιστεύει αυτό που έλεγε ο Μπαρτ, ότι τίποτα δεν είναι πρωτότυπο, όλα είναι μια ανακύκληση σημείων, παραθεμάτων και άλλων κειμένων. Ο συγγραφέας, συνεχίζει ο Μπαρτ, είναι ένας αιώνιος αντιγραφέας. Και για να θυμηθούμε και τον δικό μας Γ. Σεφέρη ο οποίος στα Τρία κρυφά ποιήματα έγραφε:
Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.
Σπέρνουνται γεννιούνται σαν τα βρέφη
Ριζώνουν θρέφουνται με το αίμα
Ο ίδιος ο Κοντολέων στο σημείωμα που παραθέτει στο τέλος του βιβλίου λέει:O,τι λέμε, ό,τι γράφουμε, όσο δικό μας κι αν είναι τόσο και σε άλλους ανήκει.
Μια τρίτη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων είναι η αναζήτηση ταυτότητας στον σύγχρονο πολύπλοκο και διασπασμένο κόσμο. Στο πρώτο και μεγαλύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο Δόλος παρακολουθεί την αργή και βασανιστική μεταμόρφωση ενός αγοριού του Ντιμίτρι Μπαρίλοφ σε κορίτσι και τελικά αφού ως Ντάνια Σαμόλοβα θα καταφέρει να γίνει Ολυμπιονίκης με δόξα και χρήματα, στο τέλος θα βρει την εξιλέωσή της μόνο στον θάνατο. Κατά τον συγγραφέα ο άνθρωπος χρειάζεται μια ταυτότητα. Και η κάθε ταυτότητα εκφράζει ένα περιεχόμενο.
Ο Ντιμίτρι – Ντάνια αναζητά σε όλο το διήγημα μια ταυτότητα, να υπάρξει μέσα από αυτήν, να νικήσει δια μέσου της ζωής τον θάνατο, χωρίς στο τέλος να το πετυχαίνει.
Ο Κοντολέων καταφέρνει και με το βιβλίο αυτό να μας προβληματίσει, να μας συγκινήσει και να μας τέρψει. Να μας δείξει ότι η λογοτεχνία μπορεί να μας βοηθήσει να αντισταθούμε στη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουμε καθημερινά.
Γιάννης Παππάς -Περιοδικό "Διαβάζω", Σεπτέμβριος 2006
Ο Κοντολέων δεν είναι προβλέψιμος συγγραφέας. Δεν εφησυχάζει. Ψάχνει διαρκώς νέες φόρμες για να αποδώσει το θέμα που έχει κατά νου να ασχοληθεί. Βέβαια το ν’ αλλάζει ένας συγγραφέας διαρκώς φόρμες και να δοκιμάζεται σε τόσο διαφορετικά είδη είναι και ένα επικίνδυνο ρίσκο. Όμως τελικά αυτό δεν θα πρέπει να κάνουν οι δημιουργοί. Να μην επαναπαύονται στις βεβαιότητές τους; Ο Κοντολέων είναι ένας απ’ αυτούς τους ανήσυχους δημιουργούς.
Το τελευταίο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο "Σχεδόν έρωτας" (Πατάκης 2006).
Το κυρίαρχο στοιχείο που διατρέχει όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής είναι ο έρωτας. Βέβαια ο έρωτας είναι ένας βασικός άξονας όλων σχεδόν των έργων του συγγραφέα. Θα λέγαμε ότι ο έρωτας είναι μια από τις πιο βασικές εμμονές του συγγραφέα. Ο Κοντολέων δίνει μεγάλη σημασία στην ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων, θεωρώντας την ως ένα από τα θεμέλια της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι ήρωες εκφράζονται μέσω της ερωτικής τους συμπεριφοράς και χρησιμοποιούν τον έρωτα ως στοιχείο επιβολής, κοινωνικής αναρρίχησης και εξουσίας. Βιώνουν όμως τον έρωτα «σχεδόν», χωρίς να τον ολοκληρώνουν. Στα πιο πολλά από τα διηγήματα της συλλογής, τα μυθιστορηματικά πρόσωπα σχετίζονται με κάτι το ερωτικό, που δεν τελεσφορεί. Αν δεχτούμε ότι ο έρωτας εκφράζει την ελευθερία, σήμερα που η ελευθερία μας δεν είναι και τόσο απόλυτη και ο έρωτας θα είναι «σχεδόν» έρωτας.
Στο δεύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο όταν κάποιος Χρήστος γνώρισε μια Λέλα το ερωτικό στοιχείο κυριαρχεί. Και τα δυο μυθιστορηματικά πρόσωπα βιώνουν έναν έρωτα σαρκικό κυρίως που τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Ο συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωες του στο τέλος της δεκαετίας του 40 για να δείξει ότι αυτό που έκανε η Λέλα την εποχή εκείνη αυτενεργώντας, θα το κάνανε οι γυναίκες των χρόνων της δεκαετίας του ’90 υπακούοντας τώρα πλέον στις συνταγές μηνιαίων περιοδικών όπου δίνονται οδηγίες για καλό σεξ και τεχνικές για πολλαπλούς οργασμούς.
Ο έρωτας ή καλύτερα η ερωτική επιθυμία ως βασικό στοιχείο που κινεί την αφήγηση, δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο στην νεοελληνική λογοτεχνία. Αρκεί να θυμηθούμε τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη (στα διηγήματα "Το Όνειρο του Σατνή" ή "Αγάπη παράνομη"), τον Μιχάλη Καραγάτση (Ο Γιούγκερμαν), τον Στράτη Μυριβήλη (Η Δασκάλα με τα χρυσά μάτια), για να αναφέρω τους πιο σημαντικούς. Θα έλεγα ότι ο Κοντολέων σχετίζεται πιο πολύ με τον Μ. Καραγάτση στο ζήτημα της ερωτικής επιθυμίας ως κινητήριας δύναμης της μυθιστορηματικής εξέλιξης, αλλά και στο χειρισμό του αφηγηματικού υλικού.
Η δεύτερη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων που την συναντούμε και στην συγκεκριμένη συλλογή, είναι η συνομιλία με κείμενα άλλων συγγραφέων. Στίχοι αγαπημένων ποιητών βρίσκονται διασπαρμένοι μέσα στα διηγήματα. Τα ποιήματα που παρεμβάλλονται είναι διαφορετικών εποχών και διαφόρων σχολών. Πολλές φορές είναι ενταγμένα μέσα στο κειμενικό πλαίσιο, έτσι που να ενεργοποιείται μια συνομιλία μεταξύ των κειμένων, αλλά και των συγγραφέων. Άλλες πάλι φορές η παράθεσή τους γίνεται με αυθαίρετο τρόπο χωρίς όμως το στοιχείο αυτό να λειτουργεί εντέλει αρνητικά. Ο Κοντολέων φαίνεται να πιστεύει αυτό που έλεγε ο Μπαρτ, ότι τίποτα δεν είναι πρωτότυπο, όλα είναι μια ανακύκληση σημείων, παραθεμάτων και άλλων κειμένων. Ο συγγραφέας, συνεχίζει ο Μπαρτ, είναι ένας αιώνιος αντιγραφέας. Και για να θυμηθούμε και τον δικό μας Γ. Σεφέρη ο οποίος στα Τρία κρυφά ποιήματα έγραφε:
Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.
Σπέρνουνται γεννιούνται σαν τα βρέφη
Ριζώνουν θρέφουνται με το αίμα
Ο ίδιος ο Κοντολέων στο σημείωμα που παραθέτει στο τέλος του βιβλίου λέει:O,τι λέμε, ό,τι γράφουμε, όσο δικό μας κι αν είναι τόσο και σε άλλους ανήκει.
Μια τρίτη συγγραφική εμμονή του Κοντολέων είναι η αναζήτηση ταυτότητας στον σύγχρονο πολύπλοκο και διασπασμένο κόσμο. Στο πρώτο και μεγαλύτερο διήγημα της συλλογής με τίτλο Δόλος παρακολουθεί την αργή και βασανιστική μεταμόρφωση ενός αγοριού του Ντιμίτρι Μπαρίλοφ σε κορίτσι και τελικά αφού ως Ντάνια Σαμόλοβα θα καταφέρει να γίνει Ολυμπιονίκης με δόξα και χρήματα, στο τέλος θα βρει την εξιλέωσή της μόνο στον θάνατο. Κατά τον συγγραφέα ο άνθρωπος χρειάζεται μια ταυτότητα. Και η κάθε ταυτότητα εκφράζει ένα περιεχόμενο.
Ο Ντιμίτρι – Ντάνια αναζητά σε όλο το διήγημα μια ταυτότητα, να υπάρξει μέσα από αυτήν, να νικήσει δια μέσου της ζωής τον θάνατο, χωρίς στο τέλος να το πετυχαίνει.
Ο Κοντολέων καταφέρνει και με το βιβλίο αυτό να μας προβληματίσει, να μας συγκινήσει και να μας τέρψει. Να μας δείξει ότι η λογοτεχνία μπορεί να μας βοηθήσει να αντισταθούμε στη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουμε καθημερινά.
Γιάννης Παππάς -Περιοδικό "Διαβάζω", Σεπτέμβριος 2006
0 Comments:
Post a Comment
<< Home